Μαζί του, μπορούσες να είσαι ο εαυτός σου και μοιραζόσουν τα πάντα. Σκέψεις, ανησυχίες, χαρές και λύπες. Κι ύστερα, ο κόσμος έμοιαζε διαφορετικός. Γινόταν πλαστελίνη στα χέρια σου και τον έπλαθες ξανά απ΄την αρχή. Ακριβώς όπως τον ονειρευόσουν τότε που ήσουν παιδί. Γεμάτο ουράνια τόξα, με μυρωδιά βρεγμένου χώματος και γεύση γλυκού του κουταλιού.
Αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου, μοιρασμένο ανάμεσα σε μουντά ή ηλιόλουστα πρωινά με καφέ, τσιγάρο και συζήτηση επί παντός επιστητού και σε βράδια ποτισμένα απ’ το ξύδι.
Ήταν ο φίλος σου. Εκείνος που κάθε φορά που έπεφτες στο κενό, έτρεχε με αγωνία προς το μέρος σου για να μπατάρει τα κατάγματα και να φροντίσει σχολαστικά τις πληγές σου μέχρι να σε φέρει στα ίσια σου. Μέχρι να σε κάνει να ορθοποδήσεις. Και πάντα τα κατάφερνε.
Και σένα, σου ήταν αδιανόητο να σκεφτείς πως θα ερχόταν η μέρα που απ΄ τη λίστα των φίλων θα περνούσε σε εκείνη των γνωστών. Θες γιατί τα έφερε έτσι η ζωή; Θες επειδή βάλατε και οι δυο το χεράκι σας; Όπως και να ΄χει το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.
Τα γέλια που κάποτε σήκωναν τη γειτονιά στο πόδι απ΄τα αστεία και τα πειράγματα, αντικαταστάθηκαν από αμήχανα ψυχρά χαμόγελα και χλιαρές χειραψίες. Ένα «Τι κάνεις;» και δυο-τρεις κουβέντες στο πόδι σε μια τυχαία συνάντηση στο δρόμο είναι αρκετά για να καταλάβεις ότι το μεταξύ σας σύστημα βραχυκύκλωσε για τα καλά, και καμιά επανεκκίνηση δεν είναι αρκετή για να διορθώσει τα πράγματα.
Και το σκηνικό, λίγο-πολύ γνωστό. Σε μια ατμόσφαιρα, φανερά ηλεκτρισμένη, μιλάτε μηχανικά εξιστορώντας ένα ποτ πουρί των νέων σας κι ύστερα αποχαιρετιέστε με ένα ξερό «Τα λέμε». Μόνο που αυτή τη φορά δεν το εννοείτε. Είναι απολύτως τυπικό.
Αυτή η φαρσοκωμωδία, λοιπόν, συνεχίζεται για κάποιο διάστημα, μέχρι τη στιγμή που περνάει ο ένας δίπλα απ’ τον άλλο και στρέφετε το βλέμμα αλλού. Κι ύστερα ανοίγετε το βήμα, φεύγοντας μακριά απ’ ό,τι σας πλήγωσε. Δεν είστε τίποτα άλλο παρά δυο φιγούρες στον ίδιο χώρο.
Πιο ξένοι κι απ’ τους ξένους, χωρίς καμία πιθανότητα να γνωριστείτε και πάλι απ’ την αρχή. Γιατί ακόμη και να γινόταν, τίποτα δε θα μπορούσε να είναι όπως πριν. Έτσι, προσποιείστε πως είστε αφηρημένοι ή απασχολημένοι. Τρέχετε μακριά απ’ το παρελθόν, μιας και τα φιλικά συναισθήματα ξέφτισαν κι οι κοινές σας εικόνες ξεθώριασαν στο πέρασμα του χρόνου.
Η μνήμη φρόντισε να κρατήσει στα αρχεία της μόνο κάνα-δυο στιγμές που ξεχωρίσατε ως σημαντικές για τους δικούς σας λόγους, και θυμάστε με κάθε λεπτομέρεια. Σαν μια μικρή περίληψη της φιλίας σας, που δε διήρκεσε τελικά όσο θέλατε να πιστεύετε, λήγοντας άδοξα κι αφήνοντάς σας φανερά απογοητευμένους για την εξέλιξη.
Μια εμπειρία που σας έκανε να αναθεωρήσετε καταστάσεις και σας βοήθησε να ζυγίσετε λίγο καλύτερα τους ανθρώπους. Μα ακόμη περισσότερο που σας έδωσε, αν και με σκληρό τρόπο, το σπουδαιότερο μάθημα.
Πως οι άνθρωποι που έρχονται στη ζωή μας, δε σημαίνει ότι θα μείνουν κι απαραίτητα. Αλλά τι να κάνεις, φίλε μου; Έτσι είναι η ζωή. Συνεχίζεται όπως και να΄χει. Είτε με παρουσίες, είτε με απουσίες.
Εσύ θα μείνεις πίσω;
Επιμέλεια Κειμένου Ειρήνης Τρίγκα: Πωλίνα Πανέρη