Είδα τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» της Έμιλυ Μπροντέ στο Κ.Θ.Β.Ε.

30 χρόνια από το θάνατο του Καρόλου Κουν, μια ζωή μέσα στο θέατρο
15/02/2017
Γιατί πονάω όταν κάνω σεξ
16/02/2017
Όλα

Λαμπερή πρεμιέρα. Άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, θεατές με κλασική παιδεία, νέοι άνθρωποι, φοιτητές, εργαζόμενοι  βιοπαλαιστές, απλοί πολίτες  κατέκλυσαν από νωρίς τα τρία επίπεδα του θεάτρου ΕΜΣ. Αίσθηση πληρότητας, που λειτούργησε θετικά και αμφίδρομα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.  Αυλαία και οπτική επαφή με εικόνα εικαστικής πανδαισίας. Χρώματα, σκηνικά, κοστούμια, αστραπιαία μεταφορά στη Βικτωριανή εποχή και ένα  χορωδιακό πρελούδιο καλωσόρισε το κοινό και το προϊδέασε για μια καλοκουρδισμένη παράσταση υψηλών προδιαγραφών. Η συνέχεια απασχόλησε ποικιλότροπα το κοινό. Ως δράμα, ως τραγωδία, ως κλασσικό ρομάντζο, ως  αιτία  συναισθηματικών εκρήξεων,  ως σπουδή στο αγγλικό λογοτεχνικό αριστούργημα, ακόμη και  ως αφορμή ξεσπάσματος γέλιου.
Είχα ήδη διαβάσει πολλά περισσότερα από όσα γράφει στο πρόγραμμα ο δραματολόγος  Αντώνης Σολωμού για τη συγγραφέα και το έργο. Τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» πέρασαν από τα χέρια μου  όταν ήμουν παιδί , σα βιβλίο γρήγορης κατανάλωσης μαζί με τον Βερν, τον Τουέιν  ή τον Ντίκενς, σαν κλασσικό εικονογραφημένο , όταν μεταπήδησα από τον «Μικρό Ήρωα» στο διεθνές ρεπερτόριο , πέρασαν   από τα μάτια μου όταν με καθήλωσε  η μαστοριά του Γουίλιαμ Γουάϊλερ  στη σκοτεινή αίθουσα  και  λίγο αργότερα ανάβλυσαν απ΄ την καρδιά μου  σαν πηγή έμπνευσης, όταν «αλήτευα» στα σοκάκια  κι έκλεβα στίχους αγάπης ή έστελνα μηνύματα με αποσπάσματα εμβληματικών έργων , γεμάτα λυρισμό, πάθος, ρομαντικές ανεκπλήρωτες  καταλήξεις και τα συναφή. Πολύ αργότερα απέκτησα την ικανότητα και την ανάγκη να εμβαθύνω σε σειρές όπως : «…..ποιός θα ήταν ο λόγος της δημιουργίας μου αν περιοριζόμουν απόλυτα στον εαυτό μου; Οι μεγάλες μου δυστυχίες σ’ αυτόν  τον κόσμο ήταν οι δυστυχίες του Χήθκλιφ και τις παρακολούθησα όλες, τις έζησα όλες, από την αρχή. Η μεγάλη μου σκέψη στη ζωή είναι αυτός. Αν όλα χάνονταν και αυτός έμενε, θα συνέχιζα να υπάρχω. Κι αν όλα έμεναν και αυτός χανόταν, το σύμπαν θα ήταν για μένα τόπος ξένος και φοβερός. …. Νέλλυ, είμαι  ο Χήθκλιφ. Δε μου δίνει χαρά, όπως δε μου δίνει χαρά ο εαυτός μου, αλλά είναι μέσα μου, σαν τον ίδιο τον εαυτό μου….».
Ο σκηνοθέτης  της παράστασης του Κ.Θ.Β.Ε. Γιάννης Καλαβριανός  γράφει στο σημείωμά του ότι χρειάστηκαν επτά μήνες  μόνο για τη διασκευή του μυθιστορήματος σε θεατρική μορφή. Με άξονα την υπηρέτρια Νέλλυ ως αφηγήτρια, όταν η θεωρία  έγινε πράξη  επί σκηνής, παρέλασαν  τα χρόνια της περιόδου 1772 έως 1802 κι όλα όσα έφεραν στους χερσότοπους του Γιόρκσαϊρ της Β. Αγγλίας, στον Χήθλκιφ ,στην Κάθριν και στους  συν αυτώ, μέσα από την ποιητική γραφή της Μπροντέ, μέσα από τη βαθύτατα λυρική φωνή των παθών του γένους των ανθρώπων, μορφοποιημένη σε ιστορία με αρχή, μέση, τέλος, χαρακτήρες, συμβάντα, πλοκή.
Απέναντι στο πιο επιτυχημένο μυθιστόρημα της κλασικής αγγλικής λογοτεχνίας  βρέθηκε ο μελετημένος σκηνοθέτης  αντιμέτωπος  με τη δημιουργία, διαχρονικά, μιας σημειωτικής-πολιτισμικής μυθολογίας  . Η βιομηχανία του  συγκεκριμένου μύθου της  Έμιλυ Μπροντέ  περιλαμβάνει από βιβλιακές «απλοποιημένες» αποδόσεις για παιδιά και εφήβους, έως μεταφράσεις στο εξωτερικό (στα ελληνικά με την απόδοση «Ο Πύργος των Καταιγίδων»), θεατρικές και ραδιοφωνικές διασκευές, audio books, και ό,τι άλλο πουλάει, δηλαδή μιας αλυσίδας η οποία όσο αναπτύσσεται, τόσο διευρύνεται η απόστασή της από το λογοτεχνικό πρωτότυπο. Τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί, αλήθεια, όταν το ίδιο αυτό λογοτεχνικό “αρχικείμενο” αρνείται με ιδιοφυή τρόπο τη σχηματοποίησή του; Όπως σημείωσε στο πρόγραμμα  η κριτική του μυθιστορήματος της Έμιλυ Μπροντέ, από την εμφάνισή του το 1847 έως τη εποχή μας, το βιβλίο της αποτελεί ένα ασυνήθιστης συνθετότητας εγχείρημα, κατά πολύ ανώτερο της Τζέην Έυρ της Σάρλοτ Μπροντέ. Στις επιδράσεις του δεν ανιχνεύονται συγγένειες με την πεζογραφική παράδοση της εποχής του  αλλά με το έργο προγενέστερων ρομαντικών ποιητών, όπως ο Μπάιρον, ο Σέλλεϋ και ο Κητς .
Τέκνο, ταυτόχρονα, και όργανο υπέρβασης του βικτοριανού μυθιστορήματος, το έργο χαρακτηρίζεται από ψυχολογική ακρίβεια και ρεαλισμό που είναι δύσκολα αφομοιώσιμοι ακόμα και σήμερα. Οι ήρωες του συνθέτουν αντιθετικά ζεύγη, χωρίς να υπάρχει μονοδιάστατα  θετικός ήρωας. Ο Χήθκλιφ είναι και δεν είναι, ταυτόχρονα, αφέντης και δούλος, ηθικά ακέραιος και σφετεριστής της περιουσίας των αστών, αδελφός και “ξένος”, εραστής και σύζυγος. Ο διακαής, φλογερός έρωτάς του για την Κάθριν δεν αποτρέπει τη σκληρή, απάνθρωπη και βίαιη συμπεριφορά του προς τα υπόλοιπα πρόσωπα του δράματος, προς τη γυναίκα την οποία -υστερόβουλα- παντρεύεται, προς τη νεαρή νύφη του. Ο στόχος του έρωτά του, η έφηβη Κάθριν, είναι από την πλευρά της υπόδειγμα άκαρδης, δισυπόστατης και “υστερικής” συμπεριφοράς. Η αδυναμία  ένωσής τους στον πραγματικό χρόνο, παράγει δυστυχία,  η οποία διαιωνίζεται σε όλα τα βασικά πρόσωπα του δράματος και αναπαράγεται στα παιδιά τους, τα οποία ζουν επίσης μέσα σε αποξένωση και κυνισμό.  Από την άποψη αυτή, το μυθιστόρημα της πιο σημαντικής από τις αδελφές Μπροντέ, η οποία έζησε απομονωμένη και πέθανε στα 29, έναν χρόνο μετά την έκδοση του βιβλίου της, αποτελεί κατά ορισμένους ερμηνευτές ένα σκοτεινό αριστούργημα ίσης αξίας και δυσκολίας με τον Μακμπέθ. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις μιας δημοφιλούς τέχνης, όπως  το θέατρο, χωρίς τον κίνδυνο της ισοπέδωσις του;
Δύσκολο εγχείρημα και νομίζω ότι το κοινό έφυγε ικανοποιημένο από την απόδοση  του Καλαβριανού και των  συνεργατών του. Τα σκηνικά ευφυώς   έφεραν την  ακμή και  παρακμή, το  ακριβό και το ευτελές στο ίδιο έπιπλο και σηματοδότησαν  καίρια  χαρακτήρες και  εξέλιξη πλοκής. Η μουσική ήταν σημαντικός  αρωγός στη  δράση και στην οριοθέτηση της εποχής. Οι ερμηνείες  των  χαρακτήρων  άξιες επαίνων αλλά, επιτρέψτε μου να πω, ότι ο πολυδιαβασμένος και ταλαντούχος Γιώργος  Γλάστρας στον ρόλο του Χήθκλιφ,  ενσάρκωσε με πειθώ τον ήρωα στις σκηνές που απαιτούσαν υπεροψία, κυνισμό, ειρωνεία  μόνο  στο δεύτερο μέρος. Στο πρώτο, δυστυχώς, δεν τον βοήθησε ούτε το μέταλλο της φωνής του ούτε η υπερκινητικότητά του. Υπολείπονταν του ήρωα που έχτισε η φαντασία της Μπροντέ. Αντίθετα, οι υπόλοιποι ηθοποιοί κράτησαν  ενιαίο ύφος με επιτυχία σε όλη την παράσταση, είχαν μέτρο  και  πλήρη  ταύτιση με τον  χαρακτήρα που υποδύθηκαν. Η φιγούρα και η τεχνική της Έφης Σταμούλη  , ιδιαίτερη, κέρδισε το κοινό  από την πρώτη σκηνή, αφού ήταν και ο αφηγητής- αναλυτής της ιστορίας.
Δείτε την παράσταση που είναι αξιόλογη παραγωγή  αλλά, κυρίως, επαρκέστατο «σχολείο»  για την πλήρη εμπέδωση του αριστουργήματος της Έμιλυ Μπροντέ  που ανεβάζει το Κ.Θ.Β.Ε για πρώτη φορά.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Μετάφραση-Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Δραματολόγος παράστασης: Αντώνης Σολωμού
Βοηθός σκηνοθέτης – Επιμέλεια κίνησης: Αλεξία Μπεζίκη
Σκηνικά: Γιάννης Θαβώρης
Κοστούμια: Αλεξάνδρα Μπουσουλέγκα, Ράνια Υφαντίδου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Β΄ Βοηθός σκηνοθέτη: Γιώλικα Πουλοπούλου
Βοηθός σκηνογράφου: Ελίνα Ευταξία
Β΄ Βοηθός σκηνογράφου: Μαρία Όσσα
Οργάνωση παραγωγής: Αθανασία Ανδρώνη
Διανομή: Γιώργος Γλάστρας (Χήθκλιφ), Αίγλη Κατσίκη (Ισαβέλλα), Γιώργος Κολοβός (Έντγκαρ), Αγγελική Νοέα (Φράνσις), Ορέστης Παλιαδέλης (Ιωσήφ), Μαριάνθη Παντελοπούλου (Κάθριν), Γρηγόρης Παπαδόπουλος (Χίντλεϋ), Κωστής Ραμπαβίλας (Έρτον), Αρετή Σεϊνταρίδου (Κάθυ), Έφη Σταμούλη (Νέλλυ), Ορέστης Χαλκιάς (Λίντον).
 

ΠΑΥΛΟΣ  ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

 

citylife
citylife
Το citylife24.gr αποτελείτε από μία ομάδα συντακτών με σκοπό την ενημέρωση και την ψυχαγωγία των επισκεπτών της. Η ομάδα μας αναρτεί κάθε άρθρο που αποτελεί ερέθισμα προς προβληματισμό και σκέψη.