Έχω έναν. Και θέλω να το μοιραστώ. Βαρέθηκα. Βαρέθηκα πια να ακούω: «κανείς τους δεν αξίζει» «όλοι ίδιοι είναι» «και τι θα αλλάξει;» «μια απ’τα ίδια». Βαρέθηκα πια να βλέπω σχέσεις επιφανειακές, υπερκατανάλωση εαυτών που τριγυρνούν εδώ και εκεί σαν σκιές, τρελαμένες στην αρχή, φθαρμένες μετά και στο τέλος: κενό.
Και πάλι απ’την αρχή. Χέρια αγγίζουν, χείλη γεύονται, σώματα ενώνονται, γέλια ακούγονται και σβήνουν σαν κεριά, καπνίζοντας. Βαρέθηκα πια να ακούω ιστορίες συναισθηματικά ανάπηρες, μισοτελειωμένες, πικρές, καρδιές που τρέχουνε στις κατηφόρες ιδρωμένες από χαρά γεμάτες χρώματα, συνεπαρμένες από μουσικές κι όμως στο τέλος του δρόμου βρίσκουνε γκρεμό κι οι φωνές τους; Σταματούν απότομα.
Έχω έναν άνθρωπο ολόδικό μου και είμαι ολόδική του – κι είναι σπάνιο. Γιατί είναι η πρώτη μου έγνοια όταν ξυπνώ, γιατί σφίγγω δυνατά το μαξιλάρι στην σκέψη του πρίν κοιμηθώ, γιατί φιλά τα δάκρυά μου και ξαφνιάζεται απ’ τα δυνατά μου γέλια. Γιατί είναι εκεί, είναι εκεί είναι εκεί! Γιατί κάθε μου βήμα οδηγεί σ’αυτόν, γιατί γίνομαι καλύτερη και γίνεται κι αυτός. Γιατί τον είδα σε ένα όνειρο κακό κι απ’ το φόβο μου ξύπνησα. Γιατί με βλέπω μές στα μάτια του, κι ύστερα με χάνω, για να με βρεί αυτός. Γιατί είναι φορές που τρέχω μέσα σε έναν λαβύρινθο απελπισμένη ψάχνοντας να βρώ γαλήνη, μου την δίνει αυτός. Γιατί κάθε αστέρι που πέφτει, φέρνει στο μυαλό μου εσένα. Γιατί κάθε μου χαρά, κάθε τρένο κάθε γιορτή φωνάζει «εμείς». Εγώ και εσύ.
Αν έχεις έναν άνθρωπο ολόδικό σου, θα σου μοιάζει. Κράτα τον, αγάπα τον, κάνε τον θεό σου και λάτρεψέ τον. Φρόντισέ τον και δείξ’του το, μίλα του και κράτα του το χέρι σφιχτά μέσα στο δικό σου. Ο έρωτας, είναι λουλούδι. Μην το κόβεις άσκοπα μέσα απ’ το δάσος για να το χαρείς ώσπου να ξεραθεί κι ύστερα να το πετάξεις. Μην το ξεριζώσεις άδικα, μην το μαδήσεις. Βρές το και άστο ν’ ανθίσει ή άσε, να σε βρεί αυτό.
Πηγή: www.lifo.gr