Tην ημέρα της κηδείας του Tάσου Iσαάκ, στις 14 Αυγούστου 1996, ημέρα μνήμης της κατάληψης της Aμμοχώστου, μία ομάδα από διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το οδόφραγμα της Δερύνειας για να εναποθέσουν στεφάνια και λουλούδια στο χώρο της δολοφονίας του Tάσου Iσαάκ.
Σύντομα οι νέες προκλήσεις των Τούρκων οδήγησαν σε νέα επεισόδια… Μία ομάδα «Γκρίζων Λύκων» κάνει την εμφάνισή της και αρχίζει τον πετροπόλεμο.
Ένα παλληκάρι 26 χρονών από το Παραλίμνι, ξάδερφος του δολοφονηθέντος Τάσου Ισαάκ, με γυαλισμένο μάτι ξεφεύγει από την εποπτεία των Κυανόκρανων και ορμάει προς την κατεχόμενη πλευρά προκειμένου να κατεβάσει την τουρκική σημαία από παρακείμενο ιστό. Δεν αντέχει άλλο να βλέπει αυτό το χρώμα σε εδάφη που ήταν ελληνικά.
Οι κυανόκρανοι στάθηκαν αδύναμοι να συγκρατήσουν τον Σολωμό και μέσα σε δευτερόλεπτα είχε σκαρφαλώσει ήδη, με ένα τσιγάρο κολλημένο στο στόμα. Γελαστός ξέροντας πιθανόν τι θα επακολουθούσε! Σαν να είχε πάρει ήδη απόφαση να δώσει μία ακόμα ζωή στον αγώνα των Κυπρίων για την Ελευθερία! Ήθελε να πετάξει το κόκκινο πανί από τον τόπο του!
Μια φιλική φωνή λίγα δευτερόλεπτα πριν τη φρικτή δολοφονία, ακούγεται να λέει: «Έλα έξω ρε μαλ@κα, θα σε σκοτώσουν».
Έτσι και έγινε. Tούρκοι ελεύθεροι σκοπευτές από το απέναντι τουρκικό φυλάκιο τον πυροβόλησαν και ο Σολωμός Σολωμού έπεσε νεκρός από σφαίρα στο λαιμό.
Τρεις σφαίρες καρφώθηκαν στο σώμα του Σολωμού Σολωμού, προερχόμενες από τον Κενάν Ακίν, πρώην υπουργό του ψευδοκράτους.